Η δισκεκτομή (πιό σωστά μικροδισκεκτομή) είναι ένα χειρουργείο κατά το οποίο ο χειρουργός αφαίρει τον δίσκο (τμήμα του δίσκου κατά κανόνα) μεταξύ των σπονδύλων ο οποίος έχει μετακινηθεί προς τα πίσω και έχει εισέλθει στον χώρο των νεύρων (κανάλι) προκαλώντας πίεση με επακόλουθα συμπτώματα.

Ο λόγος για τον οποίον πραγματοποιείται η δισκεκτομή είναι η προσπάθεια εξάλειψης της συμπτωματολογίας η οποία περιλαμβάνει κυρίως αδυναμία, αιμμωδιες και πόνο (ισχιαλγία, δηλαδή πόνο στο πόδι που ξεκινά από την μέση και ταξιδεύει προς το πόδι). Η δισκεκτομή γίνεται συνήθως είτε όταν αυτά τα συμπτώματα είναι έντονα και δεν υποχωρούν με άλλες μεθόδους, ή όταν υπάρχει έντονη μυική αδυναμία.

Για τον ασθενή το χειρουργείο αυτό, εφόσον γίνει με την ελάχιστα επεμβατική τεχνική, σημαίνει μια ημέρα ή απλά κάποιες ώρες παραμονή στο νοσοκομείο και 1 μικρή τομή δέρματος στην μέση του. Ο ασθενής μπορεί μετά από πολύ λίγες ημέρες να επιστρέψει στην δραστηριότητά του, αρκεί να αποφέυγει την άρση βαρών και την πολύωρη οδήγηση για 3-4 εβδομάδες. Να σημειωθεί ότι ασθενείς με κήλες καλό είναι γενικότερα να αποφεύγουν την άρση μεγάλου βάρους διότι είναι πιθανό να έχουν πρόβλημα μελλοντικά και σε άλλους δίσκους.

Όσον αφορά το πόσο “καλό” είναι το χειρουργείο ο ασθενής θα πρέπει να περιμένει μια αποτελεσματικότητα της τάξης του 60-90%. Τα ποσοστά αυτά αναφέρονται στην πιθανότητα να μειωθούν πάνω από 50% τα συμπτώματα των ασθενών 6 μήνες μετά το χειρουργείο. Το μεγάλο ερώτημα είναι πως μπορεί ο ασθενής να πλησιάσει το 90% και όχι να μείνει στο 60% το οποίο φαντάζει ιδιαίτερα χαμηλό. Με τυφλή εφαρμογή του χειρουργείου σε όλους τους ασθενείς τα ποσοστά είναι πιό κοντά στο 60%. Με προσεκτική επιλογή των ασθενών και ειδικά με προτίμηση σε ασθενείς, με χρόνια συμπτώματα, ή / και που έχουν δοκιμάσει ήδη αποτυχημένα την φαρμακευτική και συντηρητική αγωγή μπορούμε να πετύχουμε ποσοστά κοντά στο 90%. Επομένως το σημαντικότερο είναι η προσεκτική και σωστή επιλογή των ασθενών.

Όσον αφορά τις τεχνικές, όλες στοχεύουν στα ίδια αντικείμενα:

Την αφαίρεση δίσκου το οποίο προκαλεί πίεση. Την αυξηση του χώρου που έχουν το νεύρα.

 

Ο δίσκος ο οποίος πιέζει αφαιρείται με ειδικά εργαλεία μέσα από μικρές τομές στο δέρμα του ασθενούς.

Ένα εξαιρετικά σημαντικό τεχνικό στοιχείο που αφορά την χειρουργική λογική της δισκεκτομής είναι η ποσότητα του δίσκου που αφαιρείται. Κάποιοι χειρουργοί αφαιρούν όλον τον δίσκο (επιθετική στρατηγική), ενώ κάποιοι άλλοι αφαιρούν μόνο το τμήμα το οποίο πιέζει (συντηριτική στρατηγική). Η επιθετική μέθοδος έχει το θετικό ότι μειώνει την πιθανότητα υποτροπών (να ξαναβγεί ο δίσκος), όμως το αρνητικό της είναι ότι αν δεν μπούν υλικά να στηρίξουν την σπονδυλική στήλη στην περιοχή του χειρουργείου είναι πολυ συχνο φαινόμενο να δημιουργείται αστάθεια στην περιοχή και/ ή οι σπόνδυλοι να ακουμπάνε μεταξύ τους με αποτέλεσμα να δημιουργείται οσφυαλγία συνήθως μετά την πάροδο κάποιων ετών.

Η συντηριτική μέθοδος αν και συνοδεύεται από μεγαλύτερα ποσοστά υποτροπής, δεν έχει τον παραπάνω κίνδυνο. Θεωρητικά θα μπορούσαμε σε όλους τους ασθενείς να βάζουμε υλικά και να γίνεται επιθετική δισκεκτομή, το πρόβλημα όμως είναι ότι εισαγωγή υλικών αποτελεί πολύ βαρύτερο χειρουγείο με επιλοκές και δυσχερέστερη ανάρρωση για τον ασθενή, και επομένως σπάνια αποτελεί την ιδανική λύση. Συμπερασματικά έχει επικρατήσει η μέθοδος μερικής αφαίρεσης του δίσκου η οποία φέρει ένα μικρό ρίσκο υποτροπής. Στην περίπτωση που πράγματι υπάρξει υποτροπή, δεν είναι δεδομένο ότι αυτή θα προκαλέσει πίεση στα νεύρα μας καθότι η χειρουργική επέμβαση έχει σαν επιπλέον στόχο την αύξηση του χώρου μέσα στον οποίον ταξιδεύουν τα νεύρα μας.

Οι βασικές μέθοδοι με τις οποίες γίνεται η παραπάνω επέμβαση (αφαίρεση του δίσκου, δισκεκτομή) είναι είτε από πολύ μικρή τομή 1-2 εκατοστά (ελάχιστα επεμβατικά), είτε από μεγαλύτερη τομή 3-4 εκατοστά (μικροδισκεκτομή). Τα οστά και οι σύνδεσμοι που εμποδίζουν την πρόσβαση στον δίσκο αφαιρούνται για να γίνει εφικτή η ασφαλής αφαίρεση του δίσκου και επιπλέον για να δημιουργηθεί χώρος πίσω από τα νεύρα μας, ώστε όπως αναφέραμε προηγουμένως, σε περίπτωση που εξέλθει εκ νέου δίσκος στην περιοχή να μην προκαλέσει σημαντική πίεση λόγω του επιπλέον χώρου.

Διαφορές στην τελική αποτελεσματικότητα μεταξύ των δύο μεθόδων (κλασσική μικροδισκεκτομή και ελάχιστα επεμβατική) δεν υφίστανται βάση των επιστημονικών δεδομένων. Έχει αποδειχτεί όμως οτι υπερτερεί σαφώς η ελάχιστα επεμβατική μέθοδος κυρίως όσον αφορά τις επιπλοκές αλλά και την περίοδο ανάρρωσης. Εξειδικευμένοι Νευροχειρουργοι σε κάθε μια από αυτές τις τεχνικές εχουν πολύ καλά και συγκρίσιμα τελικά αποτελέσματα. Σαφής, βασική και αδιαφιλονίκητη διαφορά είναι η αισθητική, καθότι η ελάχιστα επεμβατική μέθοδος έχει μικρότερες τομές οι οποίες φαίνονται λιγότερο στο δέρμα του ασθενή και θεωρούνται αισθητικά ανώτερες. Γενικότερα θεωρείται προτιμότερη η ελάχιστα επεμβατική τεχνική κυρίως λόγω των μειωμένων επιπλοκών αλλά και της μειωμένης περιόδου ανάρρωσης.

Ανεξάρτητα από το είδος της μεθόδου, εφόσον η επέμβαση πραγματοποιηθεί με τον σωστό χειουργικό σχεδιασμό και σε σωστά επιλεγμένους ασθενείς έχει κατά κανόνα πολυ καλα αποτελέσματα στους ασθενείς, και αν πραγματοποιηθεί με ελάχιστα επεμβατική τεχνική έχουμε σαν επιπλέον πλεονεκτήματα την ταχύτερη επιστροφή στις δραστηριότητές μας, το καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα, αλλά και τα μειωμένα ποσοστά επιπλοκών.

Στην παρακάτω παρουσίαση εξηγώ τόσο την κήλη όσο και το χειρουργείο της δισκεκτομής.

Στην παρακάτω παρουσίαση εξηγώ διαφορές μεταξύ ενδοσκοπικής και ανοιχτής μεθόδου

Τι λένε οι ασθενείς του ιατρού